Κερκυραίου

Κερκυραίου
Κερκυραί̱ου , Κέρκυρα
BMus.Cat.Coins Thessaly
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Πάργα — Ιστορική μικρή πόλη της Ηπείρου στο νομό Πρεβέζης, στην ακτή του Ιονίου. Γραφική, με κατάλοιπα της πλούσιας ιστορίας της, αποτελεί αξιόλογο τουριστικό κέντρο. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου στον οποίο υπάγονται οι κοινότητες Αγιάς, Ανθούσης και… …   Dictionary of Greek

  • Γλαυκίας — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ολυμπιονίκης (6ος αι. π.Χ.). Προς τιμήν του καθιερώθηκαν στα Πύθια έπαθλα αγώνων τραγουδιού με κιθάρα, αυλού και δρόμου παιδιών. 2. Αιγινήτης ανδριαντοποιός (5ος αι. π.Χ.). Φιλοτεχνούσε ανδριάντες νικητών των… …   Dictionary of Greek

  • Κράμερ, Τζον Άντονι — (John Anthony Cramer, Ελβετία 1793 – 1848). Άγγλος φιλόλογος και γεωγράφος. Σπούδασε στην Οξφόρδη, όπου δίδαξε αργότερα νεότερη ιστορία. Έγραψε διάφορα έργα, τα κυριότερα από τα οποία τιτλοφορούνται Μελέτη για τη διάβαση του Αννίβα από τις Άλπεις …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Ασιατικής Τέχνης (Κερκύρας) — Η μοναδική στην Ελλάδα και μία από τις πλουσιότερες στην Ευρώπη συλλογές έργων τέχνης της Ασίας, η οποία αποτελείται από έντεκα χιλιάδες περίπου αντικείμενα, εκτίθεται και πάλι ύστερα από πολλά χρόνια. Το ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”